Κυριακή 6 Μαρτίου 2016

δυο κεριά λιωμένα. ...



Δυο κεριά στο τραπέζι πάνω
Τα ονοματίζω
Το όνομα σου, το όνομά μου
Το κορμί σου, το κορμί μου
Σιγολιώνουν....

Μάτια καρφωμένα πάνω στις φλόγες
Που έσβησαν τα πάντα γύρω τους

Μόνο αυτές υπάρχουν
Δυναμώνουν ...
Μικραίνουν
Πετούν ανεπαίσθητες σπίθες
Σε κάθε τους τσακ τσακίζω

Λιώνουν τα κεριά
Ρυάκια που ενώνονται διπλώνουν κι αγκαλιάζονται σαν κορμιά καμμένα

Σαν τα κορμιά μας

Ενωμένα με μια χημεία έντονη και αφανή στο πλήθος
Μια μάζα μαλακή και εύπλαστη

Μόνο σ'αυτή μπορώ να δώσω σχήμα
Να την πλάσω δική μου
Να της δώσω μορφή
Να την φυλάξω κάτω απ το μαξιλάρι μου
Να σ ονειρευτώ γι άλλη μια φορά
Γι άλλη μια νύχτα
Μονη μου


3 σχόλια:

  1. εξαιρετικά δυνατή γραφή !!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ....Νὰ μοῦ λείπει ἡ ἀπουσία σου;

    Δὲν ἔρχεται μαζί μου τὴν ἀφήνω σπίτι.

    Ὅρος ρητὸς τῆς ἀλλαγῆς νὰ μὴν ἀκολουθήσει....
    Κ. Δημουλά (Μονόκλινο Σύμπτωμα)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ήλθαν, είδαν κι έφυγαν. Κανείς δεν μίλησε, τίποτα δεν ειπώθηκε. Ακόμη κι αυτοί που είπαν δεν είπαν. Μα, κι αυτοί που απήγγειλαν δεν απήγγειλαν. Κι όλα διαδραματίστηκαν ανάμεσα σε μια φλόγα κεριού, γύρω από την θέρμη της. Φιγούρες αχνές που λάμπαν στη ζεστασιά της. Δάχτυλα που κρύβαν αμηχανία, χαμόγελα στο κενό και μια φαγούρα στο κεφάλι. Χαιτερούρες, μια φαμέλια όλοι τους από κάπου γνωστοί, κάτι σαν αδέρφια και κουμπαριά μαζί, διαστροφή σωστή. Το κεράκι τρεμόσβηνε, κρατούσε την ανάσα μην σβήσει η φλόγα του, στα κλεφτά άκουγε το ένρινο τραγούδι της. “Λιπαροί ξερόλες στο φως της μονοπωλούν ερμηνεύοντας την δίαιτα του ανανά και της μπανάνας, λες και απευθύνονται σε μαϊμούνια και πιθήκους” ψιθύρισε το κερί στη φλόγα. “Σσσσσστ! Ησυχία κεράκι, πολύ φασαρία κάνεις πάλι”, είπε η τρεμοπαίζουσα φλογίτσα. ”Έτσι χαίρομαι εγώ, παρατηρώντας”, απάντησε ευθύς. "Λίγη ευτυχία την δικαιούμαι και εγώ, το έρμο κεράκι αλλοτινής λαμπρής, έστω κι ετεροχρονισμένα."
    Έλιωσε μετά από λίγο το δύστυχο. Η φλόγα στο αεράκι λίκνισε το σώμα της σαν αποχαιρετισμός κι εχάθη

    ΑπάντησηΔιαγραφή